Η πέρλα είχε ένα όνειρο. Ήθελε να πετάξει όπως οι φίλοι της τα πουλάκια όμως ήτανε πολύ μεγάλη και τα πτερύγια της πολύ μικρά για να το καταφέρει.
Την ίδια μέρα, σε ένα άλλο σπιτάκι, γεννήθηκε ένα άλλο μωρό λαγουδάκι, ένα αγοράκι ο Φλάφι. Μόνο που αυτός ο λαγός δεν έμοιαζε με κανέναν άλλο. Οι περισσότεροι λαγοί ήταν άσπροι ή, λίγοι, γκρι. Μα αυτός ήταν πορτοκαλί με δυο αστεράκια χρυσά στην πλάτη και το λαιμό του. Η χαίτη και η ουρά του ήταν χρυσαφιές.
Η μαμά του τον ονόμασε Φλάφι επειδή ήταν πολύ φουντωτός. Ο Φλάφι ήταν ζωηρός και χαρούμενος. Όλο γελούσε! Καθώς το σπίτι ήταν μακριά από την πόλη, ο Φλάφι δεν είχε φίλους στην ηλικία του. Μα το δάσος δεν τον άφηνε παραπονεμένο. Πουλιά πολύχρωμα και φλύαρα ζουζούνια τραβούσαν την προσοχή του Φλάφι που δε βαριόταν να τα παρατηρεί και να τα κυνηγάει. Ζωηρά σκιουράκια και παιχνιδιάρηδες κάστορες κρατούσαν συντροφιά στο μικρο λαγουδάκι. Κι όταν έκανε ζέστη, βουτούσε στο μικρό ποταμάκι, τρομάζοντας τα ψαράκια!
Τα χρόνια πέρασαν κι ήρθε η ώρα να πάει στο σχολείο. Την πρώτη μέρα η καρδιά του χτυπούσε δυνατά από αγωνία. Πρώτη φορά έβλεπε τόσους μικρούς ζωάκια μαζί! Και πρώτη φορά παρατήρησε πόσο διαφορετικός ήταν… Μόνο αυτός ήταν πορτοκαλί και το φουντωτό του τρίχωμα άστραφτε στον ήλιο. Σύντομα κατάλαβε ότι όλοι τον κοιτούσαν περίεργα … Και κανείς δεν τον πλησίαζε να γνωριστούν …
Οι μέρες περνούσαν αργά για το Φλάφι Δεν είχε φίλους κι, όταν η δασκάλα δεν κοιτούσε, τα άλλα ζωάκια τον κορόιδευαν. Μια φορά που έτυχε να τους ακούσει η δασκάλα να κοροϊδεύουν το Φλάφι, τους μάλωσε πολύ.
- «Μα, ξεχνάτε τι είπαμε;», είπε αυστηρά η δασκάλα. «Μπορεί να μοιάζουμε διαφορετικοί, αλλά όλοι είμαστε ζωάκια που θέλουν να παίζουν και να μαθαίνουν».
Μια μέρα το σχολείο των ζώων πήγε εκδρομή στους κήπους του παλατιού. Όλοι μαζί έπαιζαν και γελούσαν εκτός από τον Φλάφι, που πήγε και βρήκε μια κρυψώνα, κάτω από ένα μεγάλο πλατάνι. Από εκεί έβλεπε τους συμμαθητές του να τρέχουν και να γελούν και πολύ τους ζήλευε. Ώσπου τον πήρε το παράπονο και χοντρά δάκρυα άρχισαν να κυλούν στο μικρό μουσούδι του…
- «Σε παρακαλώ, μην κλαις», άκουσε μια λεπτή φωνούλα δίπλα του.
Ο Φλάφι έτριψε τα μάτια και γύρισε να δει από πού ερχόταν η φωνούλα. Λίγο πιο πέρα από τον πλάτανο είδε μία μικρή φάλαινα με γαλάζια πτερύγια και ροζ ουρά. Αμέσως κατάλαβε ότι ήταν η πριγκίπισσα Πέρλα. Είχε δει φωτογραφίες της στην εφημερίδα. Υπήρχαν ακόμη και γραμματόσημα με το πορτρέτο της.
- «Είσαι πολύ όμορφος!», είπε η πριγκίπισσα Πέρλα. «Δεν έχω ξαναδεί πιο όμορφο λαγουδάκι!».
- «Εε..ευχαριστώ», είπε ξαφνιασμένος ο Φλάφι.
- «Θέλεις να πετάξουμε;», ρώτησε η Φλάφι. «Θα σου δείξω ένα τέλειο τρόπο!».
η Πέρλα φοβήθηκε λίγο στην αρχή αλλά συμφώνησε
Ο Φλαφι πήρε λοιπόν κάτι μπαλόνια και άρχισε να τα φουσκώνει έδεσε και ένα μεγάλο σχοινί στην άκρη και είπε:
- «πιάσε το σχοινί πάρε μια βαθιά ανάσα και πάμεεεε»
και ξαφνικά με ένα φύσημα του ανέμου βρέθηκαν ψιλά στον ουρανό. Η Πέρλα δεν ήταν ποτέ πιο χαρούμενη από την σημερινή μέρα και ο Φλάφι δεν ένιωθε πλέον μόνος του. Η μέρα πέρασε τόσο γρήγορα από την διασκέδαση και ήρθε η ώρα να χωριστούν.
Την επόμενη μέρα μια αστραφτερή άμαξα σταμάτησε μπροστά στο σπίτι του Φλάφι. Πετάχτηκε από μέσα η Πέρλα και έτρεξε προς το λαγουδάκι που την κοιτούσε με απορία.
- «Ο βασιλιάς-μπαμπάς μου μ’ άφησε να έρθω μαζί σου στο σχολείο! Από δω και πέρα θα είμαστε κάθε μέρα μαζί!», φώναξε αναψοκοκκινισμένη η πριγκίπισσα.
Ο Φλαφί την κοίταξε απορημένος. Μα γιατί να έρθει στο σχολείο του; Σίγουρα η πριγκίπισσα είχε τους καλύτερους δασκάλους της χώρας στο παλάτι. Και καθώς ήταν μοναχοπαίδι, σίγουρα είχε όλη την προσοχή και την αγάπη τους… Γιατί να αφήσει κάτι τέτοιο;
Η πριγκίπισσα Πέρλα σα να διάβασε τη σκέψη του.
- «Ξέρεις … δεν έχω φίλους στο παλάτι… Αγαπώ πολύ τα μαθήματα και τα βιβλία, μα είναι κάτι μέρες ηλιόλουστες που φωνάζουν για παιχνίδι και γέλιο στη φύση. Τούτα θέλουν φίλους συνομήλικους», είπε η Πέρλα με κάπως μελαγχολικό ύφος.
Ο Φλάφι τότε κατάλαβε. Ακόμη και μια πριγκίπισσα μπορεί να νιώθει μοναξιά. Γιατί το πιο πολύτιμο πράγμα στη ζωή είναι οι φίλοι που μοιράζονται τη χαρά σου… Μπήκαν λοιπόν στην άμαξα και πήγαν στο σχολείο. Οι συμμαθητές του Φλάφι τα ’έχασαν όταν τον είδαν να κατεβαίνει από τη βασιλική άμαξα. Στην αρχή ο Φλάφι και η Πέρλα έπαιζαν οι δυο τους. Γρήγορα οι συμμαθητές τους ξεθάρρεψαν και τους πλησίασαν. Έγιναν όλοι φίλοι και τα γέλια τους ακούγονταν ως το παλάτι!
Από τότε ο Φλάφι και η Πέρλα έγιναν αχώριστοι. Πότε οι δυο τους μόνο, πότε με την καινούρια μεγάλη παρέα τους, έπαιζαν με την ψυχή τους. Και δεν ένιωσαν ποτέ ξανά μοναξιά! Και οι δύο έκαναν το όνειρο τους πραγματικότητα. Γιατί όταν έχεις φίλους και φαντασία όλα είναι δυνατά....